Η πορεία μείωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους φαίνεται να επιταχύνεται περισσότερο απ’ ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί, με το οικονομικό επιτελείο να θεωρεί εφικτή την επίτευξη του ορόσημου του 100% του ΑΕΠ ακόμα και πριν το 2034. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη αναμένεται να παίξει η στρατηγική πρόωρης εξόφλησης των υπολοίπων του πρώτου μνημονίου, ύψους 31,6 δισ. ευρώ.
Βάσει των τελευταίων δεδομένων, η πλήρης αποπληρωμή αυτών των δανείων μέχρι το 2032 – αντί για το 2041 όπως προβλεπόταν – ενδέχεται να μειώσει την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ σημαντικά νωρίτερα, ενισχύοντας τη δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Η πρώτη σημαντική εκταμίευση προς αυτή την κατεύθυνση έχει ήδη προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο του 2025, με την αποπληρωμή 5 δισ. ευρώ.
Οι στόχοι δεν σταματούν εκεί. Σύμφωνα με το σχέδιο, η Ελλάδα στοχεύει έως το 2029 να βρεθεί στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών με το υψηλότερο χρέος στην ευρωζώνη – πίσω μόνο από την Ιταλία – αντανακλώντας μια αξιοσημείωτη πρόοδο συγκριτικά με το παρελθόν.
Τα δεδομένα είναι ενθαρρυντικά: ήδη έχουν αποπληρωθεί πλήρως τα δάνεια προς το ΔΝΤ και περίπου 21,3 δισ. ευρώ από το GLF (διμερές δάνειο της ΕΕ). Η στρατηγική του ΟΔΔΗΧ στηρίζεται σε ένα χαρτοφυλάκιο με σταθερό κόστος εξυπηρέτησης 1,73% και μέσο χρόνο ωρίμανσης σχεδόν 19 έτη – στοιχεία που συντελούν στη σταθερότητα του χρέους.
Σημειώνεται ότι ακόμα και σε σενάρια χαμηλής μακροοικονομικής ανάπτυξης, το χρέος θεωρείται διαχειρίσιμο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΔΔΗΧ, ακόμη και αν ο ρυθμός ανάπτυξης κινηθεί σε επίπεδα μεταξύ 0,4% και 0,8%, η βιωσιμότητα του χρέους δεν απειλείται.
Η συνολική εικόνα διαμορφώνει ένα θετικό περιβάλλον για την ελληνική οικονομία, με την κυβέρνηση να στοχεύει σε ακόμα πιο γρήγορη δημοσιονομική προσαρμογή, βάζοντας ως προτεραιότητα την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και τη βιώσιμη ανάπτυξη.