Η στεγαστική πίστη στην Ελλάδα βρίσκεται σε παρατεταμένη αδράνεια, με σημαντικές κοινωνικές, οικονομικές και τραπεζικές επιπτώσεις. Παρά την αύξηση των αγοραπωλησιών, η χρηματοδότηση μέσω στεγαστικών δανείων παραμένει περιορισμένη, επηρεάζοντας αρνητικά την προσβασιμότητα στην κατοικία και τη λειτουργία της αγοράς.
Τρεις βασικές επιπτώσεις της στασιμότητας στη στεγαστική πίστη
1. Κοινωνικές συνέπειες
Η δυσκολία πρόσβασης σε προσιτή στέγη επιβαρύνει ιδιαίτερα τα νοικοκυριά, ειδικά τη μεσαία τάξη. Η αύξηση των ενοικίων και η αδυναμία απόκτησης κατοικίας οδηγούν σε κοινωνική ανασφάλεια και εντείνουν το δημογραφικό πρόβλημα.
2. Επιβράδυνση της αγοράς ακινήτων
Η εξάρτηση από αγοραπωλησίες με ίδια κεφάλαια δεν είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα. Η απουσία δανειοδότησης περιορίζει τη δυναμική της αγοράς και ενδέχεται να οδηγήσει σε μελλοντική επιβράδυνση της κατασκευαστικής δραστηριότητας.
3. Περιορισμοί για τις τράπεζες
Η χαμηλή έκδοση στεγαστικών δανείων εμποδίζει τις τράπεζες να προχωρήσουν σε εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων, περιορίζοντας τις δυνατότητές τους για άντληση κεφαλαίων και χρηματοδότηση της οικονομίας.
Προτεινόμενες λύσεις
Αναθεώρηση στεγαστικών προγραμμάτων: Προσαρμογή των προγραμμάτων ώστε να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς.
Ενίσχυση της αποταμίευσης: Παροχή κινήτρων για αποταμίευση με σκοπό τη διευκόλυνση της απόκτησης κατοικίας.
Μείωση γραφειοκρατίας: Απλοποίηση των διαδικασιών μεταβίβασης και εκποίησης ακινήτων.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις: Ολοκλήρωση του Κτηματολογίου και των πολεοδομικών σχεδίων για την ενίσχυση της κατασκευαστικής δραστηριότητας.
Αποκέντρωση: Προώθηση της ζήτησης σε περιοχές με διαθέσιμες κατοικίες μέσω μεταρρυθμίσεων που ευνοούν την αποκέντρωση.
Συμπέρασμα
Η αναζωογόνηση της στεγαστικής πίστης είναι απαραίτητη για την κοινωνική συνοχή, την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος. Απαιτείται συντονισμένη δράση από την πολιτεία και τις τράπεζες για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων προκλήσεων και την προώθηση βιώσιμων λύσεων.