Παρά τις θετικές δηλώσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, τα νεότερα στοιχεία της Eurostat για το 2024 αποκαλύπτουν μια λιγότερο αισιόδοξη πραγματικότητα: η Ελλάδα κατέχει – και πάλι – την αρνητική πρωτιά στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τη μακροχρόνια ανεργία.

Ειδικότερα, η μακροχρόνια ανεργία στην Ελλάδα (η οποία αφορά όσους βρίσκονται εκτός εργασίας για πάνω από 12 μήνες) ανήλθε στο 5,4% του εργατικού δυναμικού, ποσοστό σχεδόν τριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, που διαμορφώθηκε στο 1,9%. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των κρατών-μελών, με την Ισπανία (3,8%) και τη Σλοβακία (3,5%) να ακολουθούν.

 

Αντίθετα, Ολλανδία (0,5%), Μάλτα (0,7%), Τσεχία, Δανία και Πολωνία (όλες στο 0,8%) καταγράφουν τα χαμηλότερα ποσοστά, επιβεβαιώνοντας τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί σε πολλές ευρωπαϊκές αγορές εργασίας.

Παρόλο που η συνολική ανεργία στην ΕΕ για τις ηλικίες 15-74 ετών έπεσε σε ιστορικά χαμηλά (5,9% – το χαμηλότερο επίπεδο από το 2009), η Ελλάδα συνεχίζει να παλεύει με χρόνιες παθογένειες στην αγορά εργασίας, όπως η διαρθρωτική αδυναμία απορρόφησης εργατικού δυναμικού και η έλλειψη επαρκών ευκαιριών για ουσιαστική επανένταξη των ανέργων.

 

Τα στοιχεία αυτά συνιστούν ισχυρό καμπανάκι για την ανάγκη βαθύτερων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, επανακατάρτισης των ανέργων, και επενδύσεων με ουσιαστικό κοινωνικό και αναπτυξιακό αντίκτυπο.